μέγγενη

μέγγενη
Συσκευή που συγκρατεί γερά ένα αντικείμενο κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας του με το χέρι ή με μηχάνημα. Κατασκευάζεται από μαλακό χάλυβα και τοποθετείται σε ένα τραπέζι ή πάνω στη βάση μιας εργαλειομηχανής. Τα βασικά της εξαρτήματα είναι η σταθερή σιαγόνα, η κινητή σιαγόνα και ο μηχανισμός χειρισμού· ο τελευταίος αποτελείται από έναν κοχλιωμένο άξονα, από ένα περικόχλιο και από έναν μικρό μοχλό για τη χειροκίνηση ή από έναν μοχλό για μ. υδραυλικού χειρισμού. Διακρίνονται βασικά δύο τύποι μ.: η επιμήκης και η παράλληλη. Η μέγγενη συγκρατεί το αντικείμενο κατά την επεξεργασία και εμποδίζει κάθε πιθανή κίνησή του.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • περιστομίς — ίδος, ἡ, Α 1. είδος ξύλινου οργάνου με το οποίο δοκίμαζαν το πάχος τών τόννων 2. σιδερένιος σφιγκτήρας γύρω από ένα στόμιο για συγκράτησή του, μέγγενη 3. φρ. «περιστομὶς φρέατος» στηθαίο πηγαδιού, φρόχειλο. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + στόμα + κατάλ.… …   Dictionary of Greek

  • Πιραντέλο, Λουίτζι — (Pirandello, Ακράγας 1867 – Ρώμη 1936). Ιταλός θεατρικός συγγραφέας και μυθιστοριογράφος. Αντίθετα προς τη θέληση του πατέρα του, διάλεξε τις κλασικές σπουδές και παρακολούθησε πανεπιστημιακά μαθήματα φιλολογίας πρώτα στο Παρίσι και ύστερα στη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”